- ἀκροφανής
- ἀκροφανήςjust showing at the edgemasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ακροφανής — ές (Α ἀκροφανὴς) νεοελλ. (το θηλ. ως ουσ. στη Ναυτ. ορολογία) η ακροφανής η ακτή που μόλις διαφαίνεται στο βάθος τού ορίζοντα αρχ. αυτός που μόλις διακρίνεται στην άκρη ή στην κορυφή του. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο (ΙΙ) + φανὴς < ἐφάνην, φαίνομαι] … Dictionary of Greek
ἀκροφανῆ — ἀκροφανής just showing at the edge neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀκροφανής just showing at the edge masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀκροφανής just showing at the edge masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκροφανές — ἀκροφανής just showing at the edge masc/fem voc sg ἀκροφανής just showing at the edge neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακροφαής — ἀκροφαής, ( οῡς), ὲς (Α) ο ακροφανής* … Dictionary of Greek